Γράφει η Ρόζα Βασιλάτου, Υπεύθυνη Επικοινωνίας WHEN
Η σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο της εργασίας (αλλά και εκτός αυτού) δεν είναι απλώς ένα μεμονωμένο περιστατικό ανάρμοστης συμπεριφοράς. Πρόκειται για ένα κοινωνικό φαινόμενο που αναπαράγεται και συντηρείται μέσα από δομές εξουσίας, πατριαρχικές αντιλήψεις και συστημική αποδοχή.
Παρά τη νομοθεσία, τις καμπάνιες ενημέρωσης και την αυξανόμενη κοινωνική ευαισθητοποίηση, μια πάγια πρακτική που παρατηρείται στον τρόπο που προσεγγίζονται τέτοια περιστατικά, τόσο από τους/τις συναδέλφους και τον κοινωνικό περίγυρο, όσο ακόμη και από νομικούς εντός των δικαστικών αιθουσών και την κοινωνία εν γένει, είναι η μετακύλιση της ευθύνης (victim blaming).
Στο φαινόμενο αυτό, η ευθύνη για μια πράξη βίας ή παρενόχλησης μεταφέρεται στο άτομο που την υπέστη. Αντί, δηλαδή, να εστιάζουμε στη συμπεριφορά του δράστη, στρέφουμε το βλέμμα στο θύμα: τι φορούσε, πώς μιλούσε, πώς προκάλεσε, γιατί δεν αντέδρασε, γιατί δεν μίλησε νωρίτερα. Πρόκειται για μια πρακτική που δεν είναι απλώς άδικη, αλλά επικίνδυνη, καθώς δημιουργεί ένα περιβάλλον όπου η παρενόχληση θεωρείται φυσιολογική και καλλιεργεί το έδαφος για την ατιμωρησία του θύτη, ενώ η αντίσταση ή η αποκάλυψή της αντιμετωπίζεται με δυσπιστία, ενοχοποίηση και επανατραυματισμό του θύματος.
Γιατί όμως προσεγγίζεται η σεξουαλική παρενόχληση με αυτόν τον τρόπο;
Η μετακύλιση ευθύνης είναι βαθιά ριζωμένη σε κοινωνικές αντιλήψεις και πατριαρχικά στερεότυπα που παρουσιάζουν τη γυναικεία παρουσία, εμφάνιση και σεξουαλικότητα ως επικίνδυνη ή πειρασμό για τους άνδρες, οι οποίοι, λόγω της φύσης τους και του ανδρισμού τους, δεν μπορούν παρά να ενδώσουν. Έτσι, η ευθύνη για τον έλεγχο της συμπεριφοράς μεταφέρεται στο θύμα (που δεν έπρεπε να ντυθεί ή να φερθεί με έναν συγκεκριμένο τρόπο) ενώ ο θύτης συχνά αντιμετωπίζεται ως παρεξηγημένος ή ως κάποιος που “παρασύρθηκε από τη στιγμή”.
Αυτή ακριβώς η νοοτροπία αποτελεί τη βάση για τη μετακύλιση της ευθύνης που βλέπουμε να αναπαράγεται στα ΜΜΕ που καλύπτουν περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης εστιάζοντας στο θύμα αντί για τον θύτη, αλλά και στις δικαστικές αίθουσες όπου τα θύματα κατηγορούνται για τη συμπεριφορά τους με στόχο (ή, τουλάχιστον, αποτέλεσμα) την ψυχολογική τους εξάντληση. Ειδικά, μάλιστα, εάν ένα θύμα τείνει να παρεκκλίνει από το κατασκευασμένο πρότυπο της σεβαστής γυναίκας, τότε η κοινωνία θα αμφισβητήσει την αλήθεια του, θεωρώντας πως προκάλεσε ή «τα ήθελε».
Επιπλέον, η μετακύλιση ευθύνης αποτελεί και έναν μηχανισμό άμυνας. Αντί να αναγνωρίσουμε ότι η παρενόχληση είναι παντού και ότι μπορεί να αφορά ανθρώπους που γνωρίζουμε, πιο εύκολο είναι να πείσουμε τον εαυτό μας ότι “κάτι θα έκανε το θύμα” και το έπαθε. Έτσι διατηρείται η ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να προστατευτούμε εάν προσέχουμε, εάν δεν είμαστε προκλητικές, εφόσον “δεν είμαστε από αυτές”.
Όλες οι παραπάνω πρακτικές απονομιμοποιούν το θύμα, κάνοντάς το να νιώθει ότι φταίει για τη βία που δέχτηκε, και απαλλάσσουν τον θύτη, συντηρώντας την κουλτούρα πως οι γυναίκες πρέπει να προσαρμόζουν τη ζωή τους για να αποφύγουν τη βία αντί οι άνδρες να σταματήσουν να παρενοχλούν.
Πώς θα ανατρέψουμε το αφήγημα;
Για να αλλάξει αυτή η νοοτροπία, χρειάζεται να ανατρέψουμε τη συζήτηση και να αμφισβητήσουμε βαθιά ριζωμένα στερεότυπα, αναγνωρίζοντας πως η ευθύνη ανήκει αποκλειστικά στον θύτη. Δεν έχει, λοιπόν, σημασία τι φορούσε το άτομο που υπέστη σεξουαλική παρενόχληση, πώς μιλούσε, αν χαμογέλασε ή αν δέχτηκε να βγει για ποτό με συναδέλφους/ισσες. Η παρενόχληση είναι πάντα μια επιβολή εξουσίας από την πλευρά του θύτη και όχι παρεξήγηση.
Για να το επιτύχουμε αυτό, χρειάζεται να ξεκινήσουμε από εμάς και να αναγνωρίσουμε τις δικές μας, ενδεχομένως, ασυνείδητες προκαταλήψεις. Ας αναρωτηθούμε: Έχουμε ποτέ αμφισβητήσει την εμπειρία κάποιου θύματος; Έχουμε πει ή σκεφτεί πως “ίσως να το προκάλεσε”; Ή, σιωπήσαμε όταν ακούσαμε ή είδαμε κάτι προβληματικό στο γραφείο; Κάθε φορά που γελάμε με το “αστείο” σεξιστικό σχόλιο ενός συναδέλφου ή δεν δίνουμε σημασία σε μια καταγγελία γιατί πιστεύουμε τον εργαζόμενο που απέδωσε τα μέγιστα στην εταιρεία το προηγούμενο εξάμηνο, καλλιεργούμε επισφαλείς χώρους εργασίας που διαιωνίζουν την ατιμωρησία και ενισχύουν την μετακύλιση της ευθύνης.
Αντίθετα, όταν κάποιος/α πει “αυτό δεν είναι αποδεκτό” ή αποφασίσει να θέσει πολιτικές προστασίας στην εταιρεία του, δημιουργείται ρωγμή στη νοοτροπία που ανοίγει τον δρόμο για ισότιμα και ασφαλή εργασιακά περιβάλλοντα.
Για να σταθούμε δίπλα στα θύματα και όχι απέναντί τους, λοιπόν, πρέπει να αντισταθούμε στο αφήγημα, να ακούσουμε και να πιστέψουμε την εμπειρία τους, να εκπαιδευτούμε συλλογικά και να διεκδικήσουμε λογοδοσία των οργανισμών για τους οποίους δουλεύουμε (ή να τη δημιουργήσουμε εμείς!).
Η σεξουαλική παρενόχληση δεν είναι υπερβολή, δεν είναι παρεξήγηση, ούτε χαριτωμένο φλερτ. Είναι παραβίαση. Και κάθε φορά που μετακυλίουμε την ευθύνη στο θύμα, γινόμαστε κομμάτι αυτής της παραβίασης. Άλλωστε, η αλλαγή δεν έρχεται μόνο μέσα από νόμους ή θεσμούς: Ξεκινά από τις καθημερινές μας συζητήσεις, από το πώς ακούμε, πώς μιλάμε, πώς αντιμετωπίζουμε και προσεγγίζουμε καταγγελίες σεξουαλικής παρενόχλησης. Κάθε φορά που αρνούμαστε να μετακυλήσουμε την ευθύνη και στεκόμαστε δίπλα στα θύματα, χτίζουμε έναν κόσμο πιο δίκαιο, πιο ανθρώπινο, και καλλιεργούμε ουσιαστικά ασφαλείς χώρους εργασίας.
Αν έχεις βιώσει σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία σου, να ξέρεις πως δεν φταις εσύ ούτε είσαι μόνη/ος. Δεν υπάρχει συγκεκριμένος “σωστός” τρόπος να αντιδράσεις ούτε ορισμένη “κατάλληλη” στιγμή να μιλήσεις. Η εμπειρία σου είναι έγκυρη και η φωνή σου σημαντική, όποτε και αν θελήσεις να τη χρησιμοποιήσεις. Μπορεί η μετακύλιση ευθύνης να είναι ένα εργαλείο καταπίεσης που εξυπηρετεί τους θύτες, η αλήθεια των θυμάτων, όμως είναι εργαλείο απελευθέρωσης. Η υπηρεσία Νομικής Συμβουλευτικής & Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης είναι εδώ για να σε ακούσει και να σε στηρίξει, εχέμυθα και με ασφάλεια.




